- υπεραλφασφαιριναιμία
- η, Ν βιολ. ανώμαλη αύξηση τής ποσότητας τών αλφασφαιρινών, που οφείλεται στην παρουσία ανθρακικού αμμωνίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. γαλλ. hyperalphaglobulinemie < hyper- (< υπερ-*) + -alpha- (< άλφα) + -globulin- (πρβλ. σφαιρίνη) + -emie (< -αιμία < αίμα)].
Dictionary of Greek. 2013.